Библия » Номера Стронга для НЗ » назад » G1246: διακατελέγχομαι

G
« G1245

G1246: διακατελέγχομαι

G1247 »
Часть речи: Глагол
Значение слова διακατελέγχομαι:

(решительно) опровергать.

Оригинальная статья из Strong Dictionary:

Middle voice from G1223 (dia) and a compound of G2596 (kata) and G1651 (elegcho); to prove downright, i.e. Confute :— convince.

Транслитерация:
диакателегхомаи / diakatelénchomai

Произношение:
дьякатэле́нхοмэ / dee-ak-at-el-eng'-khom-ahee

старая версия:


Варианты синодального перевода:

опровергал (1).

Варианты в King James Bible (1):

convinced

Варианты в English Standard Version (1):

refuted

Варианты в New American Standard Bible (1):

refuted

Варианты в греческом тексте:

διακατηλέγχετο


Используется в Новом Завете 1 раз в 1 стихе   показать где используется в НЗ
и с добавлением белорусских переводов
Данные на основе Textus Receptus, Stephanus 1550.

Словари: Дворецкого Abbott-Smith Liddell-Scott-Jones Moulton-Milligan Thayer's TBESG Vine's скрыть
Родственные слова:
G1223διά;
G88ἀδιάλειπτος;
G592ἀποδιορίζω;
G1224διαβαίνω;
G1225διαβάλλω;
G1226διαβεβαιόομαι;
G1227διαβλέπω;
G1229διαγγέλλω;
G1230διαγίνομαι;
G1231διαγινώσκω;
G1232διαγνωρίζω;
G1234διαγογγύζω;
G1235διαγρηγορέω;
G1236διάγω;
G1237διαδέχομαι;
G1238διάδημα;
G1239διαδίδωμι;
G1241διαζώννυμι;
G1244διαιρέω;
G1245διακαθαρίζω;
G1251διακούομαι;
G1252διακρίνω;
G1254διακωλύω;
G1255διαλαλέω;
G1256διαλέγομαι;
G1257διαλείπω;
G1259διαλλάσσω;
G1260διαλογίζομαι;
G1262διαλύω;
G1263διαμαρτύρομαι;
G1264διαμάχομαι;
G1265διαμένω;
G1266διαμερίζω;
G1268διανέμω;
G1269διανεύω;
G1270διανόημα;
G1271διάνοια;
G1272διανοίγω;
G1273διανυκτερεύω;
G1274διανύω;
G1275διαπαντός;
G1276διαπεράω;
G1277διαπλέω;
G1278διαπονέω;
G1279διαπορεύομαι;
G1280διαπορέω;
G1281διαπραγματεύομαι;
G1282διαπρίω;
G1283διαρπάζω;
G1284διαῤῥήσσω;
G1285διασαφέω;
G1286διασείω;
G1287διασκορπίζω;
G1288δεασπάω;
G1289διασπείρω;
G1291διαστέλλομαι;
G1294διαστρέφω;
G1295διασώζω;
G1298διαταράσσω;
G1299διατάσσω;
G1300διατελέω;
G1301διατηρέω;
G1302διατί;
G1303διατίθεμαι;
G1304διατρίβω;
G1305διατροφή;
G1306διαυγάζω;
G1307διαφανής;
G1308διαφέρω;
G1309διαφεύγω;
G1310διαφημίζω;
G1311διαφθείρω;
G1314διαφυλάσσω;
G1315διαχειρίζομαι;
G1316διαχωρίζομαι;
G1326διεγείρω;
G1327διέξοδος;
G1329διερμηνεύω;
G1330διέρχομαι;
G1331διερωτάω;
G1334διηγέομαι;
G1336διηνεκές;
G1338διΐκνέομαι;
G1339διΐστημε;
G1340διΐσχυρίζομαι;
G1352διό;
G1353διοδεύω;
G1357διόρθωσις;
G1358διορύσσω;
G1360διότι;
G1368διῦλίζω;
G1555ἐκδιηγέομαι;
G2596κατά;
G177ἀκατακάλυπτος;
G1527εἷς, καθ, εἷς;
G2505καθά;
G2507καθαιρέω;
G2510καθάπτω;
G2515καθέδρα;
G2516καθέζομαι;
G2517καθεξῆς;
G2518καθεύδω;
G2519καθηγητής;
G2520καθήκω;
G2521κάθημαι;
G2522καθημερινός;
G2524καθίημι;
G2525καθίστημι;
G2526καθό;
G2527καθόλου;
G2528καθοπλίζω;
G2529καθοράω;
G2530καθότι;
G2531καθώς;
G2576καμμύω;
G2597καταβαίνω;
G2598καταβάλλω;
G2599καταβαρέω;
G2601καταβιβάζω;
G2603καταβραβεύω;
G2605καταγγέλλω;
G2607καταγινώσκω;
G2608κατάγνυμι;
G2609κατάγω;
G2610καταγωνίζομαι;
G2611καταδέω;
G2612κατάδηλος;
G2613καταδικάζω;
G2614καταδιώκω;
G2615καταδουλόω;
G2616καταδυναστεύω;
G2617καταισχύνω;
G2618κατακαίω;
G2619κατακαλύπτω;
G2620κατακαυχάομαι;
G2621κατάκειμαι;
G2622κατακλάω;
G2623κατακλείω;
G2624κατακληροδοτέω;
G2625κατακλίνω;
G2626κατακλύζω;
G2628κατακολουθέω;
G2629κατακόπτω;
G2630κατακρημνίζω;
G2632κατακρίνω;
G2634κατακυριεύω;
G2637κατάλαλος;
G2638καταλαμβάνω;
G2639καταλέγω;
G2641καταλείπω;
G2642καταλιθάζω;
G2644καταλλάσσω;
G2645κατάλοιπος;
G2647καταλύω;
G2648καταμανθάνω;
G2649καταμαρτυρέω;
G2650καταμένω;
G2651καταμόνας;
G2652κατανάθεμα;
G2653καταναθεματίζω;
G2654καταναλίσκω;
G2655καταναρκάω;
G2656κατανεύω;
G2657κατανοέω;
G2658καταντάω;
G2660κατανύσσω;
G2661καταξιόω;
G2662καταπατέω;
G2664καταπαύω;
G2665καταπέτασμα;
G2666καταπίνω;
G2667καταπίπτω;
G2668καταπλέω;
G2669καταπονέω;
G2670καταποντίζω;
G2671κατάρα;
G2673καταργέω;
G2674καταριθμέω;
G2675καταρτίζω;
G2678κατασείω;
G2679κατασκάπτω;
G2680κατασκευάζω;
G2681κατασκηνόω;
G2683κατασκιάζω;
G2685κατάσκοπος;
G2686κατασοφίζομαι;
G2687καταστέλλω;
G2690καταστρέφω;
G2691καταστρηνιάω;
G2693καταστρώννυμι;
G2694κατασύρω;
G2695κατασφάττω;
G2696κατασφραγίζω;
G2698κατατίθημι;
G2699κατατομή;
G2700κατατοξεύω;
G2701κατατρέχω;
G2702καταφέρω;
G2703καταφευγω;
G2704καταφθείρω;
G2705καταφιλέω;
G2706καταφρονέω;
G2708καταχέω;
G2709καταχθόνιος;
G2710καταχράομαι;
G2711καταψύχω;
G2712κατείδωλος;
G2713κατέναντι;
G2714κατενώπιον;
G2715κατεξουσιάζω;
G2716κατεργάζομαι;
G2718κατέρχομαι;
G2719κατεσθίω;
G2721κατεφίστημι;
G2722κατέχω;
G2725κατήγορος;
G2726κατήφεια;
G2727κατηχέω;
G2728κατιόω;
G2729κατισχύω;
G2730κατοικέω;
G2734κατοπτρίζομαι;
G2735κατόρθωμα;
G2736κάτω, κατωτέρω;
G4785συγκαταψηφίζω;
G5236ὑπερβολή;
G1651ἐλέγχω;
G557ἀπελεγμός;
G1649ἔλεγξις;
G1650ἔλεγχος;
G1827ἐξελέγχω;


2007–2025. Сделано с любовью для любящих и ищущих Бога. Если у вас есть вопросы или пожелания, то пишите нам: bible-man@mail.ru.